Αναδημοσίευση απο το ANTIVIRUS
Από Antivirus Magazine Team – 21/04/2021
«Δεν επέτρεψαν την πρώτη φορά στη Νικολέτα να επισκεφτεί το παιδί μας στη μονάδα φροντίδας νεογνών» ● «Ο δικαστής αποφάσισε ότι είμαι ψυχικά ασταθής» ● «Το παιδί μου 3,5 ετών διαγνώστηκε με παιδικό καρκίνο κι έπρεπε να του βγάλουμε χαρτιά γιατί δεν ξέραμε σε ποια χώρα θα βρει θεραπεία – αναγκαστικά το έγραψα ως δικό μου παιδί και η Κέιτ δεν φαίνεται πουθενά» ● «Ανοιχτά για τη μορφή της οικογένειάς μας ως έχει μιλάμε την τελευταία δεκαετία, και αυτό έγινε μέσα από πολλές ειλικρινείς συζητήσεις, δεν έγινε μια κι έξω» ● «Θέλω τουλάχιστον ένα σαββατοκύριακο τον μήνα με το παιδί μου και είμαι διατεθειμένος να πω στη σχέση μου να μείνει αλλού».
Ήταν τον περασμένο Σεπτέμβριο, όταν η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ούρσουλα Φον Ντερ Λάιεν, δεσμεύτηκε για την αμοιβαία αναγνώριση των οικογενειακών σχέσεων των ΛΟΑΤ+ ατόμων στην Ευρωπαϊκή Ένωση. «Αν είσαι γονιός σε μία χώρα, είσαι γονιός σε κάθε χώρα», είχε δηλώσει χαρακτηριστικά, αναγνωρίζοντας το πρόβλημα που υπάρχει στην ελεύθερη μετακίνηση των ΛΟΑΤ+ οικογενειών από χώρα σε χώρα της Ένωσης, λόγω των διαφοροποιήσεων στις εθνικές νομοθεσίες. Μια δέσμευση που συμπεριλαμβάνεται πλέον και στον επίσημο σχεδιασμό της Επιτροπής μέχρι το 2021, αναφορικά με την ισότητα των ΛΟΑΤΚΙ ατόμων που ζουν στην Ε.Ε Ήδη κάποιες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης αναγνωρίζουν τις ΛΟΑΤΚΙ οικογένειες ενώ βρίσκονται στη διαδικασία αναγνώρισης, είτε μέσω της νομοθετικής είτε μέσω της δικαστικής οδού. Τι συμβαίνει όμως με τη χώρα μας;
Αν και η τεκνοθεσία των ομόφυλων ζευγαριών και γενικότερα η αναγνώριση της ΛΟΑΤ+ γονεϊκότητας αποτελεί ένα πάγιο αίτημα της ΛΟΑΤ+ κοινότητας στην Ελλάδα, η εθνική νομοθεσία δε δίνει κανένα περιθώριο στα ΛΟΑΤ+ άτομα που επιθυμούν να δημιουργήσουν οικογένεια. Ακόμα και τώρα που η χώρα συζητά την αναμόρφωση του Οικογενειακού Δικαίου, με κεντρικό πυρήνα τη «συνεπιμέλεια», η συζήτηση παραλείπει εντελώς το ΛΟΑΤ+ κομμάτι. Και σα να μην έφτανε αυτό, ο αρμόδιος υπουργός Δικαιοσύνης, Κώστας Τσιάρας, προχωρά σε δημόσιες δηλώσεις που αγνοούν παντελώς την πολύμορφη και πολύχρωμη πραγματικότητα των σύγχρονων οικογενειών, καταλήγοντας μάλιστα σε κακοποιητικά συμπεράσματα για τους μονογονείς, τα ομόφυλα ζευγάρια και τις πολυσυντροφικές σχέσεις. Αυτή φυσικά η έλλειψη νομικού πλαισίου δε συμβαδίζει με την πραγματικότητα, όπου οι ΛΟΑΤ+ οικογένειες στη χώρα μας, παρά τις αντιξοότητες, παλεύουν καθημερινά για την αναγνώριση της ύπαρξής τους.
Τα «παράδοξα» της ελληνικής νομοθεσίας
Σύμφωνα με τον δικηγόρο, Ηλία Γιαννατσή, ένα από τα «παράδοξα» της ελληνικής νομοθεσίας είναι ότι «άγαμοι άντρες και άγαμες γυναίκες, cis straight ή gay, μπορούν να τεκνοθετούν κατά μόνας αλλά όχι από κοινού με τον/τη σύντροφό τους στο πλαίσιο μιας καταχωρισμένης σχέσης συμβίωσης. Αντίστοιχο παράδοξο είναι ότι μπορείς να αποκτήσεις παιδί ως μόνο γκέι άτομο αλλά όχι από κοινού με τον/η σύντροφό σου, μέσω της Ιατρικά Υποβοηθουμένης Αναπαραγωγής (ΙΥΑ)». Να σημειώσουμε εδώ ότι προσφυγή στις μεθόδους της ΙΥΑ επιτρέπεται καταρχήν μόνο στην περίπτωση που πρέπει να αντιμετωπισθεί κάποιο πρόβλημα υγείας. Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο κ. Γιαννατσής, «εκεί τα σχετικά ζητήματα βιοηθικής καθιστούν τη ρύθμιση ακόμη πιο περίπλοκη και κατ’ επέκταση δυσχεραίνεται ακόμη περισσότερο η δυνατότητα των ομοφύλων να “τρυπώσουν” στη νομοθετικά ρυθμιζόμενη γονεϊκότητα. Για τον λόγο αυτό τα δικαστήρια δε δέχονται μέχρι στιγμής να αναγνωρίσουν τη δυνατότητα προσφυγής στην παρένθετη μητρότητα σε έναν μόνο άνδρα, gay ή straight, όπως τη δέχονται αντίθετα για μία μόνη γυναίκα με ιατρική αδυναμία κύησης. Επομένως, στην ΙΥΑ μπορεί να χωρέσει μια gay γυναίκα, εφόσον όμως επιθυμεί να αναγνωριστεί μόνο η ίδια ως γονέας του παιδιού. Όχι μαζί με τη σύντροφό της και σε καμία περίπτωση δεν μπορέσει να χωρέσει ένας gay άνδρας».
Ο λόγος που στην περίπτωση δύο γυναικών η ρύθμιση του νομοθέτη “κλωτσάει” και καθιστά έκδηλη (και πιθανά ελεγχόμενη από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο) τη διάκριση κατά των ομόφυλων ζευγαριών, είναι ότι μια cis, straight γυναίκα μπορεί να προσφύγει στις μεθόδους της ΙΥΑ μαζί με τον cis άνδρα σύντροφό της, ανεξάρτητα από το αν είναι παντρεμένοι, έχουν συνάψει σύμφωνο συμβίωσης ή βρίσκονται σε ελεύθερη ένωση. Ακόμη κι αν προχωρά στην ΙΥΑ με σπέρμα τρίτου δότη, ο σύντροφός της μπορεί να αναγνωριστεί ως πατέρας του παιδιού που θα γεννηθεί. Το ίδιο δικαίωμα όμως δεν παραχωρείται σε μία ένωση γυναικών. «Η σύντροφος της γυναίκας, η οποία ακολουθεί την οδό της ΙΥΑ, δεν μπορεί να αναγνωριστεί́ ως γονέας του παιδιού, παρ’ όλο που ο νόμος στην περίπτωση των ετερόφυλων προσώπων έχει αποσυνδέσει πλήρως τη συγγένεια από τη βιολογική της χροιά προτάσσοντας την κοινωνικοσυναισθηματική της έννοια, την επιθυμία δηλαδή να γίνει κάποιος γονέας», σημειώνει ο κ. Γιαννατσής. «Εδώ έγκειται το παράδοξο και η διάκριση: ο νόμος θεωρεί ότι δεν αντίκειται στο συμφέρον του παιδιού, να μεγαλώσει με έναν μόνο γονέα ή με δυο γονείς σε ελεύθερη ένωση (χωρίς δηλαδή την υποτιθεμένη «σταθερότητα» του γάμου), αλλά αποκρούει το ενδεχόμενο να αναγνωρισθούν ως γονείς δύο μητέρες!»
Ένα ακόμη ζήτημα σχετίζεται με το τί συμβαίνει όταν ένα ζευγάρι αποφασίζει να αποφύγει τα εμπόδια της ελληνικής έννομης τάξης και αποφασίζει να τεκνοθετήσει ή να αποκτήσει παιδί μέσω ΙΥΑ σε μία χώρα του εξωτερικού́, η οποία αναγνωρίζει αμφότερους τους ομοφύλους συντρόφους ως γονείς του παιδιού. Για παράδειγμα, εξηγεί ο κ. Γιαννατσής, «το status ενός παιδιού που αποκτούν δύο μπαμπάδες με παρένθετη μητρότητα στην Καλιφόρνια, η αναγνώριση δηλαδή ότι το παιδί έχει αυτούς τους δύο γονείς, δεν μπορεί να αλλάξει επειδή το παιδί επιστρέφει σε μία χώρα, όπου αντίστοιχος νομικός δεσμός δεν υφίσταται. Έχει υπάρξει πλήθος αποφάσεων ευρωπαϊκών δικαστηρίων, ακόμη και σε χώρες με συντηρητικές νομοθεσίες, όπως η ιταλική, όπου ο δικαστής ξεφεύγει από́ τη νομοθετική και κοινωνική πίεση και, χωρίς να αποφαίνεται εάν πρέπει να αναγνωρίσει τα γονεϊκά δικαιώματα του ομόφυλου ζευγαριού, καλείται να εφαρμόσει μία αρχή, η οποία είναι ακριβώς η ίδια αρχή εν ονόματι της οποίας αποφεύγεται η ρύθμιση της ομογονεϊκότητας: το συμφέρον του παιδιού, το δικαίωμά του στην ταυτότητα και τη συγγένεια και η προστασία της de facto οικογένειάς του πέρα από τα νομικά καλούπια της κάθε εθνικής έννομης τάξης. Η αναγνώριση με αλλά λόγια των πολύχρωμων οικογενειών, έρχεται τελικά́ στην πράξη, όχι ως αναγνώριση δικαιωμάτων αλλά ως υποχρέωση προστασίας του ανηλίκου».
«Το συμφέρον του παιδιού είναι να του αναγνωρίζονται οι γονείς του»
Πολύ συχνά οι φωνές που εναντιώνονται στην αναγνώριση της ΛΟΑΤ+ γονεϊκότητας, αναφέρονται – καταχρηστικά – «στο συμφέρον του παιδιού». Η Έλενα-Όλγα Χρηστίδη* είναι 33 ετών και ψυχολόγος. Η ίδια είναι ένα από τα αρκετά παιδιά στη χώρα μας, που – αν και πολύ σπάνια μαθαίνουμε γι’ αυτά – μεγάλωσε μέσα σε μια ΛΟΑΤ+ οικογένεια. «Στον ευρύτερο δημόσιο διάλογο πρέπει να αρχίσουμε να συζητάμε και από τη θέση του παιδιού, γιατί συνήθως λέμε πως ό,τι κάνουμε είναι για το καλό του παιδιού, οπότε χρειάζεται να πούμε ότι το καλό των παιδιών το ξέρουν τα ίδια τα παιδιά. Σίγουρα δεν είναι προς το συμφέρον του παιδιού να μην του αναγνωρίζεται η σχέση του με τον γονιό του», αναφέρει χαρακτηριστικά και συνεχίζει: «Πρέπει να καταλάβουμε ως κοινωνία ότι το πρόβλημα δεν είναι ο ΛΟΑΤΚΙ γονιός, το πρόβλημα είναι ότι το περιβάλλον δεν τον αναγνωρίζει ως γονιό».
Ζητάμε από την Έλενα να μας δώσει περισσότερες πληροφορίες για την οικογένειά της. «Γεννήθηκα τη δεκαετία του ’80 στο πλαίσιο ενός ετεροκανονικού γάμου. Μετά τη γέννησή μου οι βιολογικοί γονείς μου έπαψαν να είναι μαζί και η μητέρα μου έκανε σχέση με την τρίτη μου γονέα, τη νονά μου. Ένας από τους βασικούς λόγους που με βάφτισε ήταν και για να αναγνωριστεί με έναν τρόπο – κοινωνικά – μία κοντινή σχέση μεταξύ μας, μια συγγένεια. Η συντροφική τους σχέση αργότερα σταμάτησε. Αλλά δε σταμάτησε η συν-γονεϊκή τους σχέση. Συνέχισαν και οι τρεις να είναι γονείς μου και υπήρχε πάντα αρμονική σχέση και συνεργασία μεταξύ όλων των μερών. Και αυτό είναι πολύ σημαντικό για ένα παιδί».
Σχετικά με το πότε συζήτησαν οι τέσσερίς τους τη μορφή του οικογενειακού δεσμού τους, η Έλενα μας προτείνει να σκεφτούμε ότι υπάρχουν ενήλικα άτομα που έχουν μεγαλώσει με ΛΟΑΤΚΙ γονείς στην Ελλάδα, που γεννήθηκαν τις δεκαετίες του ’80 και του ’90 (και βέβαια νωρίτερα), και να φανταστούμε πώς ήταν αυτές οι δεκαετίες για τη ΛΟΑΤΚΙ κοινότητα της χώρας. Η α-ορατότητα ήταν απόλυτη. «Ήταν τόσο απόλυτη και στο σχολείο και στην οικογένεια, που τότε δεν μπορούσε να ειπωθεί η πραγματική μορφή της οικογένειας. Ακόμα και για να το συζητήσουμε οικογενειακά μεταξύ μας, την ακριβή δομή της οικογένειας και πώς αυτή σχηματίστηκε, χρειάστηκε εγώ να μεγαλώσω αρκετά. Κι αυτό γιατί φοβούνταν τότε οι ΛΟΑΤΚΙ γονείς ότι ούτε το παιδί πρέπει να μάθει. Πόσο μάλλον το κοινωνικό και επαγγελματικό περιβάλλον τους, γιατί οι διακρίσεις ήταν ακραίες. Υπήρχε φόβος για πολλαπλούς αποκλεισμούς, δεν υπήρχε κανένα υποστηρικτικό πλαίσιο, δεν υπήρχαν τότε πολλοί φορείς και οργανώσεις για να απευθυνθείς, ούτε επαγγελματίες ψυχικής υγείας που να μην εξέφραζαν ομοφοβία με κάποιο τρόπο. Υπήρχε σιωπή. Ανοιχτά για τη μορφή της οικογένειάς μας ως έχει μιλάμε την τελευταία δεκαετία, και αυτό έγινε μέσα από πολλές ειλικρινείς συζητήσεις, δεν έγινε μια κι έξω».
Τη ρωτάμε, για το πώς βλέπει την κατάσταση για τις ΛΟΑΤ+ οικογένειες σήμερα. «Σίγουρα το κλίμα αλλάζει σε σχέση με το πώς ήταν τότε. Πρώτα απ’ όλα, γιατί τώρα υπάρχει ορατότητα. Βέβαια, ακόμη δεν υπάρχει αναγνώριση δύο ομόφυλων γονέων από το κράτος, ούτε πολιτικός γάμος και τεκνοθεσία για ομόφυλα ζευγάρια. Στην δική μου περίπτωση ειδικότερα υπάρχει και το ζήτημα της πολυγονεϊκής οικογένειας, τριών γονέων, κάτι που ακόμα δεν έχει καν αρχίσει να συζητείται στην Ελλάδα. Ξεκάθαρα, η επιθυμία μου θα ήταν να αναγνωρίζεται και νομικά η σχέση μου με την τρίτη μου γονιό, με ό,τι αυτό σημαίνει κοινωνικά και δικαιωματικά σε κάθε επίπεδο. Επιπλέον, στην δική μου διαδρομή χρειάστηκε να αντιμετωπίσω και ένα ακόμα στερεότυπο, αυτό που λέει ότι τα παιδιά με ΛΟΑΤΚΙ+ γονείς είναι πιθανότερο να έχουν και τα ίδια μία ΛΟΑΤΚΙ+ ταυτότητα -κάτι που βέβαια από μόνο του εκφράζει ομοφοβία, αφού θεωρείται αρνητική “συνέπεια” μία τέτοια ταυτότητα των παιδιών. Χρειάστηκε να υπερασπιστώ ότι η ΛΟΑΤΚΙ+ ταυτότητά μου δεν αποτελεί έκπτωση στην ψυχοσυναισθηματική μου ανάπτυξη (κάτι που πλέον είναι επιστημονικά αποδεδειγμένο), και να πάρω απόφαση ότι μπορεί να είμαι ένα ενήλικο άτομο με ΛΟΑΤΚΙ+ γονείς που μιλά δημόσια για αυτή την εμπειρία και ταυτόχρονα ΛΟΑΤΚΙ+ η ίδια, χωρίς να με αφορά ποιο στερεότυπο ενισχύεται στο μυαλό του καθενός γύρω από αυτό. Διεκδικώ επομένως τον γάμο ομόφυλων ζευγαριών, την τεκνοθεσία και την αναμόρφωση της νομοθεσίας γύρω από την γονεϊκότητα με τρεις τουλάχιστον ταυτότητές μου -ως άτομο με ΛΟΑΤΚΙ+ γονείς, ως λεσβία η ίδια και τέλος ως ψυχολόγος».
Αόρατοι γονείς
Η Κατερίνα (34 ετών) έχει συνάψει σύμφωνο συμβίωσης με την 32χρονη Νικολέτα. «Όταν γεννήθηκε το παιδί μας πρόωρα», μας διηγείται η Κατερίνα, «έπρεπε να νοσηλευτεί στη μονάδα φροντίδας νεογνών του μαιευτηρίου. Ο γιατρός γνώριζε για τη Νικολέτα από την αρχή, ήταν και στον τοκετό μαζί μου κι αφού γεννήθηκε το παιδί πήγαν μαζί στη μονάδα των νεογνών. Είχε συμφωνήσει ο γιατρός να επισκεπτόμαστε μαζί εγώ κι η Νικολέτα το παιδί. Την πρώτη φορά που πήγαμε, η νοσηλεύτρια δεν επέτρεψε στη Νικολέτα να μπει, λέγοντας ότι επιτρέπονται μόνο οι γονείς, ούτε άλλοι συγγενείς, ούτε φίλοι. Με το επιχείρημα ότι αν μας δουν άλλοι γονείς, θα νομίζουν ότι είμαστε φίλες και θα ζητήσουν κι εκείνοι ειδική μεταχείριση. Τότε της είπαμε ότι έχει από εμάς την άδεια να πει ότι είμαστε ζευγάρι. Η κατάσταση είχε ήδη ξεφύγει με φωνές και όταν την απειλήσαμε και την ίδια και το νοσοκομείο για διάκριση εις βάρος μας, καθότι αρνούταν να μας επιτρέψει την από κοινού επαφή με το παιδί μας, με πρόσχημα την ιδιότητά μας, τότε έκανε ένα τηλεφώνημα και από εκείνη τη στιγμή και μετά βλέπαμε κανονικά το παιδί μας, χωρίς άλλες προστριβές κι εμπόδια».
Μπορεί να φαίνεται ως ένα μεμονωμένο περιστατικό, αλλά όπως μας λέει και η ίδια «αυτό απέδειξε ότι όποιος θέλει μπορεί να επικαλεστεί διάφορες δικαιολογίες για να υποστεί διάκριση ως μη αναγνωρισμένη μητέρα του παιδιού η Νικολέτα. Αυτό μας προβληματίζει για το μέλλον. Για παράδειγμα, τι μπορεί να συμβεί όταν το παιδί πρέπει να πάει στον παιδικό σταθμό. Εγώ εργάζομαι ως δασκάλα με μετάθεση σε μία επαρχιακή πόλη. Είναι ένα άγχος, δεν ξέρουμε τι θα αντιμετωπίσουμε.».
Στην ιστορία της Ελένης Μαραβέλια, προέδρου του NELFA (Network of European LGBTIQ Families) και της Κέιτ, που μένουν στη Βαρκελώνη, παρεμβαίνουν τρία κράτη, που το καθένα τις αντιμετωπίζει διαφορετικά. Η Ελένη εξηγεί: «Το 2014 γεννήθηκε η πρώτη μας κόρη, με μένα ως κυοφορούσα. Η Κέιτ είναι Αγγλίδα. Όταν γεννιέται η κόρη μας και στέλνουμε τα χαρτιά στην Αγγλία για το πιστοποιητικό γέννησης, μας απαντούν ότι επειδή όταν γεννήθηκε δεν ήμασταν παντρεμένες και η τεχνητή γονιμοποίηση δεν έγινε σε βρετανική κλινική, η Κέιτ, σύμφωνα με τον αγγλικό νόμο, δεν θεωρείται μητέρα στην Αγγλία. Και κατ’ επέκταση η κόρη μας δεν μπορεί να πάρει την αγγλική υπηκοότητα».
Οι δύο μητέρες αποφάσισαν τότε να απευθυνθούν στο ελληνικό προξενείο στη Βαρκελώνη, για να πάρουν και εκεί μια αρνητική απάντηση, αφού «δεν υπάρχει νόμος στην Ελλάδα που να δέχεται τις δύο μαμάδες», προκειμένου να εκδοθεί σχετικό πιστοποιητικό γέννησης. «Ενώ γίνονται όλα αυτά, η κόρη μου στα 3,5 χρόνια διαγιγνώσκεται με παιδικό καρκίνο, νευροβλάστωμα, οπότε ξαφνικά το να έχεις διαβατήριο γίνεται ακόμα πιο σημαντικό, γιατί δεν ξέραμε αν θα βρίσκαμε θεραπεία εντός ή εκτός Ισπανίας. Συνεχίζουμε να υποβάλουμε παράπονα κι επιστολές στην Αγγλία και στην Ελλάδα, παντού μας λένε “όχι”, “δεν υπάρχει τρόπος”, “δεν γίνεται”. Τελικά, κάνουμε μία αίτηση στην Ελλάδα, για να πάρουμε μία γραπτή αρνητική απάντηση. Μ’ αυτή την απάντηση και με το γεγονός ότι το παιδί δεν έχει καμία υπηκοότητα, μετά μπορείς να ξεκινήσεις μια διαδικασία στην Ισπανία, για να πάρεις την ισπανική υπηκοότητα. Στο ελληνικό προξενείο της Βαρκελώνης, μαθαίνω από μία υπάλληλο, που γνώριζε τη σοβαρή κατάσταση του παιδιού, ότι “μπορούμε να εκδώσουμε πιστοποιητικό γέννησης, αλλά θα φαίνεσαι μόνο εσύ ως γονιός-ανύπαντρη μητέρα και δεν θα υπάρχει πουθενά η Κέιτ. Και θα αλλάξουμε και το επίθετο της μικρής”, γιατί είχε γραφτεί και με τα δύο επίθετα στην Ισπανία. Εκείνη τη στιγμή που ήταν ακόμα άρρωστο το παιδί, αποφασίζουμε να το κάνουμε και έτσι πήραμε το διαβατήριο. Αναγνωρίστηκα μόνο εγώ ως ανύπαντρη μητέρα.»
Ευτυχώς, η κατάσταση της υγείας του παιδιού βελτιώθηκε. Η Ελένη όμως δεν το έβαλε κάτω, ήθελε να αναγνωριστεί ως μητέρα του παιδιού και η Κέιτ. «Στέλνω ένα επίσημο παράπονο στην Κομισιόν. Δεν μου απαντάνε, αλλά το 2016 κάνω μια αναφορά στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Έναν χρόνο μετά, μου απαντάνε ότι η αναφορά μου έγινε δεκτή και θα συζητηθεί. Από κει και πέρα αρχίζει μια έρευνα από την Επιτροπή Αναφορών, που κατέληξε το καλοκαίρι του 2020 – εγώ μέσα από αυτό γνώρισα το NELFA – επικοινωνεί μαζί μου το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και μας λέει ότι θέλουμε κι άλλες αναφορές. Γιατί επιτέλους κατάλαβαν ότι υπάρχει πρόβλημα. Μέχρι στιγμής οι περισσότερες οικογένειες έβρισκαν μια λύση, όπως εγώ με το διαβατήριο. Αφού έχεις μια λύση, δεν ασχολείσαι, επειδή δεν έχεις χρόνο, τα παιδιά είναι μικρά, γραφειοκρατία κ.λπ. Αρχίζουμε να μαζεύουμε διάφορες περιπτώσεις ως NELFA, από τις πιο δύσκολες περιπτώσεις, για παιδιά που δεν μπορούν να βγάλουν διαβατήρια και είναι εγκλωβισμένα. Ενώ μας ζητάνε αυτές τις αναφορές, ξεκινάει από μια άλλη επιτροπή του Κοινοβουλίου, για τα νομικά θέματα, παράλληλη έρευνα με τα διάφορα κράτη-μέλη και συμμετέχει μετά και η Κομισιόν και καταλαβαίνουν ότι κάτι πρέπει να γίνει. Το 2019 έγινε μια πολύ μεγάλη συνάντηση για τα δικαιώματα των ΛΟΑΤΚΙ ανθρώπων στις Βρυξέλλες από την Κομισιόν. Εκεί πέρα συζητήθηκε πάλι το θέμα των οικογενειών και ενώ εμείς εκείνη τη στιγμή δεν ήμασταν και πολύ αισιόδοξοι”, “γιατί από παντού μας έλεγαν “δεν γίνεται”, “το οικογενειακό δίκαιο είναι καθαρά θέμα εθνικό, σας καταλαβαίνουμε, αλλά εμείς δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτα”… από το 2019 έως το 2020 συμβαίνει μία ξαφνική μεταστροφή, ίσως λόγω της πίεσης των αναφορών». Κάπως έτσι, φτάσαμε στην παρουσίαση της «Στρατηγικής της Ε.Ε. για την Ισότητα έως το 2025», από την αρμόδια Επίτροπο, Έλενα Ντάλι.
Αντίστοιχη είναι και η περίπτωση της Μαρίας και της Τζανέλ. Οι δύο γυναίκες ζουν σε μία πόλη της Φλόριντα, μαζί με τα δύο τους παιδιά. Γνωρίστηκαν και ερωτεύτηκαν στην Ελλάδα: «Είμαστε παντρεμένες με τη Μαρία τα τελευταία 4 χρόνια», μας λέει η Τζανέλ. «Έχουμε ένα παιδί ηλικίας τριών ετών κι ένα ενός. Γνωριστήκαμε στην Αθήνα και στη συνέχεια αποφάσισα ότι θα ήθελα να προσπαθήσω να κάνουμε ένα μωρό. Η Μαρία ήταν η κοπέλα μου και ήταν μαζί μου καθ’ όλη τη διάρκεια της τεχνητής γονιμοποίησης, η οποία έγινε επίσης στην Αθήνα. Αλλά μετά αποφασίσαμε να μετακομίσουμε στις ΗΠΑ, για να μεγαλώσουμε μαζί το παιδί και να φτιάξουμε οικογένεια, ισότιμα μαζί. Στην Ελλάδα, η Μαρία δεν θα είχε κανένα γονεϊκό δικαίωμα όσον αφορά τα παιδιά μας. Δεν θα μπορούσε καν να τα επισκέπτεται στο νοσοκομείο. Στις ΗΠΑ είναι αναγνωρισμένη ως δεύτερη γονέας στο πιστοποιητικό γέννησης, την αντιμετωπίζει ισότιμα ο νόμος, έχει δικαιώματα ως γονιός στα παιδιά μας, όπως κι εγώ, σε περίπτωση που χωρίσουμε ή πεθάνω…».
Τον τελευταίο καιρό και ειδικότερα μετά τα έκτροπα στο Καπιτώλιο της Ουάσινγκτον, οι δυο γυναίκες ήθελαν να επιστρέψουν στην Ελλάδα. «Δεν μπορούσαμε να βγάλουμε βίζα για τα παιδιά για περισσότερες από 90 μέρες. Η Ελλάδα δεν αναγνωρίζει τα παιδιά μας ως παιδιά της γυναίκας μου, παρόλο που είναι Ελληνίδα υπήκοος, οπότε δεν τους δίνει βίζα. Έχουμε κάνει τα πάντα. Υποβάλαμε ακόμα και χαρτί από την κλινική να αποδείξουμε ότι δεν υπάρχει πατέρας. Ήταν μια ταπεινωτική και αχρείαστη διαδικασία. Φαίνεται ότι οι ελληνικές αρχές δεν μπορούν να καταλάβουν πώς ή γιατί δύο γυναίκες θέλουν να κάνουν οικογένεια. Το γεγονός ότι η Μαρία είναι εγγεγραμμένη στο πιστοποιητικό γέννησης υποθέτω ότι μπερδεύει πολύ την ελληνική πολιτεία και τους νόμους της.»
Υπάρχει ισονομία;
«Πρέπει να είναι και θεωρώ ότι ο νόμος είναι δίκαιος για όλους. Δεν πιστεύω ότι θα με αντιμετωπίσει διαφορετικά το δικαστήριο επειδή θα δηλώσω – ή θα δηλώσει η μητέρα του παιδιού μου – ότι έχω σχέση με άντρα αυτή την περίοδο. Θέλω να πιστεύω ότι θα δει δύο ανθρώπους, όχι έναν ομοφυλόφιλο πατέρα και μία στρέιτ μητέρα». Αυτό απαντά στην ερώτησή μας για το αν φοβάται το πώς θα τον αντιμετωπίσει το δικαστήριο, ο διαζευγμένος πατέρας, Ανδρέας που ζει μαζί με τον σύντροφό του, Γιάννη, και η πρώην γυναίκα του τού έχει στερήσει την επαφή με το παιδί του εδώ και πάνω από έναν χρόνο. Για χάρη του παιδιού του, ο Ανδρέας είναι διατεθειμένος, πριν φτάσει στα δικαστήρια, να κάνει τα πάντα: «Αυτό που θα ήθελα είναι τουλάχιστον ένα σαββατοκύριακο τον μήνα να μείνει εδώ μαζί μου. Κι εγώ είμαι διατεθειμένος να πω στον σύντροφό μου, τον Γιάννη, να μείνει κάπου αλλού για δύο μέρες, σε αυτό μπορώ να υποχωρήσω, αν είναι πρόβλημα. Δεν βάζω τον Γιάννη στην άκρη, αλλά αν μου το ζητήσει η πρώην γυναίκα μου, προκειμένου να βλέπω τον γιο μου για ένα σαββατοκύριακο, θα το κάνω. Με έχει κάνει πλέον να υποχωρώ στα πάντα», αναφέρει ο Ανδρέας, ο οποίος αναρωτιέται: «Ο νόμος είναι γραμμένος για τον άνθρωπο; Ή για το φύλο; Το κακό είναι ότι ο νόμος για την επιμέλεια είναι γραμμένος πριν από 38 χρόνια».
Τρανς γονεϊκότητα
Ίσως η πιο γνωστή περίπτωση τρανς γονεϊκότητας στη χώρα μας είναι αυτή της Βανέσας Βενέτη, αφού η ίδια έχει μιλήσει δημόσια για τον αγώνας της να διεκδικήσει την κηδεμονία του παιδιού της. «Έχουμε φτάσει στο Εφετείο και περιμένουμε τώρα την απόφαση. Δυστυχώς η πρωτόδικη απόφαση ουσιαστικά μου στερεί την επαφή με το παιδί μου, διότι ο δικαστής με χαρακτήρισε ‘ψυχικά ασταθή’ προσωπικότητα, εξαιτίας της μετάβασης μου», αναφέρει χαρακτηριστικά. «Δεν είμαι αισιόδοξη βλέποντας τον τρόπο που δικάζουν τα ελληνικά δικαστήρια. Τα έκοψε και τα έραψε έτσι ο δικαστής, όπως βόλευε την αντίδικο πλευρά, χωρίς να έχει καμία γνώση ψυχιατρικής κι ενώ εγώ είχα χαρτιά και από ψυχίατρο στα Γιάννενα και από ψυχιάτρους που με παρακολουθούν στην Αθήνα, ότι έχω σώας τας φρένας, είμαι απόλυτα υγιής ψυχικά… Κανονικά, βέβαια, δεν θα έπρεπε να μου ζητηθεί ούτε αυτό. Καλούμαι να αποδείξω ότι δεν είμαι ελέφαντας».
Πώς έφτασαν όμως οι σχέσεις των δύο γονέων σε αυτό το σημείο; Ρωτήσαμε τη Βανέσα τι ήταν αυτό που άλλαξε τη στάση της πρώην συζύγου της: «Το 2017 δεν είχαν ξεκινήσει ακόμα τα δικαστήρια. Προσπαθούσαμε να βρούμε μια συναινετική λύση για το παιδί. Είχαμε μάλιστα συναντηθεί στην Αθήνα με την πρώην γυναίκα μου και μου πρότεινε να μου δώσει το διαζύγιο, αλλά να μην ξαναδώ το παιδί. Όπως καταλαβαίνετε αυτό δεν μπορούσα να το δεχτώ με τίποτα και κατέληξα να προσφύγω στη δικαιοσύνη. Εν τω μεταξύ, βγήκε το διαζύγιο, ευτυχώς, αλλά το παιδί μου έχω να το δω από τον Γενάρη του 2018. Μένει στα Γιάννενα με τη μητέρα του. Οι σχέσεις μας φτάσανε σε αυτό το σημείο εξαιτίας της τρανσφοβίας».
Η Βανέσα δεν πιστεύει ότι θα βρει το δίκιο της στην ελληνική δικαιοσύνη. «Αν υπάρξει κάποια θετική έκπληξη στην απόφαση του Εφετείου, θα είναι καλοδεχούμενη. Εκτιμώ ότι θα βγει γύρω στον Ιούνιο. Πάντως, εγώ προετοιμάζομαι από τώρα και με τη μέθοδο fundraising μέσω ίντερνετ συγκεντρώνω χρήματα για τον δικαστικό αγώνα που έχω μπροστά μου, έτσι ώστε αν χρειαστεί να φτάσω μέχρι το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων στο Στρασβούργο. Η δική μου υπόθεση είναι πρωτοφανής για τα ελληνικά δικαστικά δεδομένα, μία τρανς γυναίκα να ζητά την επικοινωνία με το παιδί της. Δυστυχώς δεν έχουμε βρει δεδικασμένο ούτε σε πανευρωπαϊκό επίπεδο, αλλά αυτά τα προβλήματα είναι λυμένα διά νόμου στις προηγμένες χώρες. Η όποια δικαστική απόφαση για το θέμα μου, θα δημιουργήσει δεδικασμένο τόσο για την Ελλάδα όσο και την υπόλοιπη Ευρώπη, ειδικά αν φτάσει στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο».
Πόσο ομοφοβική είναι η φράση: «Το παιδί ενός γκέι ζευγαριού θα βγει γκέι»;
Aρκετοί ρωτούν αν «τα παιδιά των ομόφυλων ζευγαριών είναι πιο εύκολο να γίνουν γκέι». Ζητήσαμε από τη Νάνσυ Παπαθανασίου, Δρ. Κλινικής Ψυχολογίας και επιστημονικά υπεύθυνη του Orlando LGBT+, να μας πει τι απαντά σε αυτή την ομοφοβική ερώτηση ως ψυχολόγος: «Μιλάμε ξεκάθαρα για ένα ομοφοβικό στερεότυπο. Κατ’ αρχάς, ο σεξουαλικός προσανατολισμός των γονιών έχει αποδειχτεί ερευνητικά ότι δεν επηρεάζει τον σεξουαλικό προσανατολισμό των παιδιών. To ίδιο το ερώτημα όμως είναι ομοφοβικό, καθώς θεωρούμε a priori αρνητική έκβαση το να έχει ένα παιδί μία ΛΟΑΤΚΙ+ ταυτότητα. Χρειάζεται να αποσαφηνίσουμε ότι όλα τα επιστημονικά δεδομένα ξεκαθαρίζουν ότι ο σεξουαλικός προσανατολισμός και η ταυτότητα φύλου των γονέων δεν επηρεάζουν αρνητικά την ψυχοσυναισθηματική ανάπτυξη και την ευζωία των παιδιών.»
Σε αυτό το πλαίσιο, το Orlando LGBT+ κρίνει ως «επικίνδυνη και επιστημονικά αβάσιμη τη θέση που εξέφρασε πρόσφατα ο Υπουργός Δικαιοσύνης, Κ. Τσιάρας, ότι “όλες οι επιστημονικές μελέτες κατατείνουν στο γεγονός ότι τα παιδιά που μεγαλώνουν με τη φυσική παρουσία και των δύο φύλων και των δύο γονέων, είναι παιδιά με λιγότερα ψυχολογικά προβλήματα”. Άλλωστε οι εγκυρότεροι διεθνείς φορείς ψυχικής υγείας υποστηρίζουν εδώ και δεκαετίες, πια, τη γονεϊκότητα των ΛΟΑΤΚ+ ατόμων, όπως επίσης και τη θεσμοθέτηση του γάμου για ομόφυλα ζευγάρια.»
Και με τους τρανς γονείς τι γίνεται; Η ειδικός του Orlando LGBT+ απαντά: «Ειδικότερα για τρανς γονείς που βρίσκονται σε φυλομετάβαση, πρέπει να πούμε ότι όλα τα πρόσφατα ερευνητικά δεδομένα δείχνουν ότι η φυλομετάβαση δεν επηρεάζει την ψυχική υγεία του παιδιού -αντίθετα την επηρεάζουν οι έντονες συγκρούσεις μεταξύ των γονέων του, οι τρανσφοβικές διακρίσεις του κοινωνικού περιβάλλοντος όπως επίσης και η βίαιη απομάκρυνση των παιδιών από τον τρανς γονέα, με την πρόφαση των αρνητικών συνεπειών λόγω του επαναπροσδιορισμού του φύλου του. Είναι ανεπίτρεπτο και επιστημονικά άτοπο παιδιά να στερούνται τους γονείς τους επειδή οι τελευταίοι βρίσκονται σε φυλομετάβαση.»
Και καταλήγει η κ. Παπαθανασίου: «Για όλα τα παραπάνω είναι ώρα να ακολουθήσουμε και στην Ελλάδα τον δρόμο των έγκυρων επιστημονικών δεδομένων, αλλά και του σεβασμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Ένα κοινωνικό περιβάλλον χωρίς αποκλεισμούς είναι ο πιο σημαντικός προωθητικός παράγοντας για την υγεία και την ευζωία των μελών μειονοτικών ομάδων. Αυτός είναι ο στόχος μας και το βασικό επιστημονικό μας επιχείρημα».
Οι διεκδικήσεις
Aναμφισβήτητα, σε όλες τις συζητήσεις με τους γονείς και τα παιδιά ΛΟΑΤΚΙ οικογενειών το πρόβλημα είναι η ορατότητα από την κοινωνία και η αναγνωρισιμότητα από το νόμο και την πολιτεία. Η ρίζα του προβλήματος είναι η μη δυνατότητα των γονέων να συνάψουν ενώσεις αναγνωρισμένες από το κράτος, όπως είναι ο πολιτικός γάμος, ώστε να έρθουν στη συνέχεια και οι υπόλοιπες διευθετήσεις και προσαρμογές που θα χρειαστεί το οικογενειακό δίκαιο για να αναγνωρίσει την τεκνοθεσία από ομόφυλα ζευγάρια κ.ο.κ. Άρα, εν συντομία τα βασικά σημεία των πάγιων διεκδικήσεων των οικογενειών είναι:
- Δικαίωμα στην ισότητα στον γάμο
- Δικαίωμα στην τεκνοθεσία για όλα τα άτομα
- Ισότιμη μεταχείριση στις δημόσιες υπηρεσίες και στις υπηρεσίες υγείας και πρόνοιας
- Εκπαίδευση των κοινωνικών υπηρεσιών κάθε δήμου ως και την τελευταία ακριτική κοινότητα
- Ενημέρωση στα σχολεία για την πολυμορφικότητα των οικογενειών
Η Στέλλα Μπελιά, εκπρόσωπος της οργάνωσης «Οικογένειες Ουράνιο Τόξο», βρίσκεται στο «μετερίζι» των διεκδικήσεων εδώ και πολλά χρόνια και, γι’ αυτόν τον λόγο, της ζητήσαμε να μας πει την πραγματικότητα που αντιμετωπίζουν η ίδια και τα υπόλοιπα μέλη της οργάνωσης καθώς και το τι θα πρέπει να κάνει η Πολιτεία για να αναγνωρίσει επιτέλους την ύπαρξη των οικογενειών αυτών: «Διάφορες κοινωνικές ομάδες υφίστανται διακρίσεις αλλά ταυτόχρονα υπάρχουν θεσμικά κατοχυρωμένα δικαιώματα που μπορεί να παραβιάζονται από την κακή άσκηση της εκτελεστικής εξουσίας, την άσκηση της δημόσιας διοίκησης κ.τ.λ. Στην περίπτωση των ΛΟΑΤΚΙ+ γονέων ωστόσο, δεν υπάρχουν θεσμικά αναγνωρισμένα δικαιώματα και η δυσμενής διάκριση σε βάρος τους απλώνεται σε όλο το φάσμα των δικών τους ατομικών δικαιωμάτων αλλά και των παιδιών τους.
Η άρνηση από πλευράς της πολιτείας να αλλάξει τη νομοθεσία που δημιουργεί αυτές τις διακρίσεις στηρίζεται σε μεγάλο βαθμό σε ένα στέρεο οικοδόμημα από εδραιωμένα στερεότυπα και προκαταλήψεις που στηρίζονται σε μύθους όπως οι παρακάτω:
• Δεν υπάρχουν ΛΟΑΤΚΙ+ γονείς στην Ελλάδα
• Τα ΛΟΑΤΚΙ+ άτομα δεν μπορούν να γίνουν καλοί γονείς
• Τα παιδιά χρειάζονται μητέρα και πατέρα για να μεγαλώσουν σωστά.
• Τα παιδιά των ΛΟΑΤΚΙ+ γονέων είναι πιο πιθανό να εμφανίσουν προβλήματα στην ψυχοσυναισθηματική τους ανάπτυξη, προβλήματα συμπεριφοράς ή προβλήματα σχολικής προσαρμογής
• Τα παιδιά των γονέων του ίδιου φύλου είναι πιο πιθανό να γίνουν και τα ίδια LGBTQ.
Θα μπορούσαμε να παραθέσουμε άπειρους τέτοιους μύθους καθώς και όλες εκείνες τις έρευνες σε παγκόσμιο επίπεδο που τους καταρρίπτουν αλλά το σημαντικότερο για μας είναι ότι τα παιδιά μας είναι υπαρκτά και στερούνται βασικά δικαιώματα από το κράτος. Είναι παιδιά που, στην ελληνική πραγματικότητα, δεν μπορούν να έχουν και τους δύο γονείς τους στην εκπαίδευση, σε ιατρικές πράξεις, στην ασφάλιση, στην κληρονομιά. Είναι παιδιά που, σε περίπτωση θανάτου του βιολογικού – αναγνωρισμένου θεσμικά γονέα, μπορεί να καταλήξουν σε μακρινούς συγγενείς ή σε ιδρύματα, αντί να συνεχίσουν να ζουν με το μη βιολογικό γονέα τους κ.λπ.
Οι Οικογένειες Ουράνιο Τόξο διεκδικούμε τα δικαιώματα των παιδιών μας, καθώς ο σεξουαλικός προσανατολισμός ή/και η ταυτότητα φύλου των γονέων τους οδηγεί σε διακρίσεις και γίνεται αιτία στέρησης των θεσμικά ανθρωπίνων δικαιωμάτων τους και αυτό μπορεί να αλλάξει μόνο με συνολική αναθεώρηση του οικογενειακού δικαίου. Η άρνηση της πολιτείας να προχωρήσει σε μια τέτοια ρύθμιση δεν αποτελεί πλέον νομικό κενό αλλά θεσμοθετημένη και νομιμοποιημένη ομοφοβία και τρανσφοβία.»
κείμενο: Πέτρος Αλεξανδρής,
επιμέλεια: Λίνα Λαχανιώτη, Βίκυ Αναγνωστοπούλου
*Η Έλενα-Όλγα Χρηστίδη, στο πλαίσιο της διδακτορικής της διατριβής, εκπονεί την πρώτη έρευνα για την Βιωμένη Εμπειρία Ενήλικων Ατόμων που μεγάλωσαν με ΛΟΑΤΚΙ+ γονείς στην Ελλάδα: εάν έχετε τέτοια εμπειρία και θέλετε να συμμετέχετε στην έρευνα (εντελώς ανώνυμα), ή χρειάζεστε περισσότερες πληροφορίες, μπορείτε να επικοινωνήσετε μαζί της στο [email protected]